ΛΟΡΔΟΣ ΒΥΡΩΝ (1788-1824) – Ο ΦΙΛΕΛΛΗΝΑΣ

Ο Λόρδος Βύρων, όπως είναι γνωστός στη χώρα μας ο Τζορτζ Γκόρντον Μπάιρον, γεννήθηκε στο Λονδίνο και καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια.
Υπήρξε εξαιρετικά διάσημος και επιτυχημένος ως ρομαντικός ποιητής, αλλά και ιδιαίτερα αμφιλεγόμενη προσωπικότητα στην Αγγλία, καθώς ζούσε άστατη οικονομική και ερωτική ζωή.
Ο Βύρων ήταν όμορφος άνδρας με πυκνά πυρόξανθα σγουρά μαλλιά και ωραίο παράστημα, αν και λίγο κουτσός από το δεξί του πόδι (γεννήθηκε με πρόβλημα στη δεξιά κνήμη). Από τον σύντομο γάμο του με την Αναμπέλα Μίλμπανκ απέκτησε μία κόρη, την Άντα Λάβλεϊς, μετέπειτα διάσημη μαθηματικό, που θεωρείται από τους πρωτοπόρους της πληροφορικής. Από τη σχέση του με την Κλερ Κλέμοντ, απέκτησε και μία δεύτερη κόρη, την Κλάρα Αλέγκρα, η οποία πέθανε σε ηλικία πέντε χρονών.
Από μικρός αγαπούσε τη μελέτη, διάβασε πολλά βιβλία, σπούδασε σε ανώτερα αγγλικά κολέγια, έμαθε να μιλά τα ελληνικά και τα λατινικά και ταξίδευε πολύ. Σε ηλικία 21 χρόνων έγινε βουλευτής και πολλές φορές βρέθηκε αντίθετος με τους άλλους λόρδους, διότι έδειχνε ενδιαφέρον για τα ζητήματα της εργατικής τάξης.
Όταν ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση, ο Βύρων έδειξε αμέσως το ενδιαφέρον του. Το 1823 έγινε μέλος του «Φιλελληνικού Κομιτάτου», ενός συλλόγου από Άγγλους φιλελευθέρους και φιλέλληνες, που είχαν σκοπό να ενισχύσουν τους Έλληνες επαναστάτες. «Αποφάσισα να πάω στην Ελλάδα. Είναι το μοναδικό μέρος, όπου δοκίμασα πραγματική ευχαρίστηση. Αν είμαι ποιητής το χρωστώ στον αέρα της Ελλάδας» έγραφε σε κάποιον φίλο του.
Έχοντας διοριστεί αντιπρόσωπος του «Φιλελληνικού Κομιτάτου», μοίρασε στους επαναστάτες τα εφόδια, που του έστειλαν από το Λονδίνο. Από δικά του χρήματα έστειλε στο Μαυροκορδάτο 4.000 λίρες για τη συντήρηση του στόλου.
Στις 5 Ιανουαρίου 1824 έφθασε στο Μεσολόγγι, όπου οι αγωνιζόμενοι Έλληνες τον υποδέχτηκαν με ενθουσιασμό. Εκεί συνεργάστηκε με άλλους ξένους εθελοντές και με δικά του έξοδα οργάνωσε το στρατό και φρόντισε για την οχύρωση του Μεσολογγίου. Στις 25 Ιανουαρίου η κυβέρνηση τον αναγνώρισε αρχιστράτηγο. Οι κόποι του, όμως, για την οργάνωση του στρατού και για τη συμφιλίωση των οπλαρχηγών, καθώς και το κακό κλίμα, υπέσκαψαν την υγεία του.
Στις 9 Απριλίου έπεσε στο κρεβάτι με δυνατό πυρετό. Παραμιλούσε διαρκώς, αλλά και τότε ακόμα παρακινούσε τους Έλληνες να συμφιλιωθούν, για να πετύχουν την απελευθέρωσή τους. Τα χαράματα της 19ης Απριλίου 1824, Δευτέρα του Πάσχα, άφησε την τελευταία του πνοή στο Μεσολόγγι. Τα τελευταία του λόγια ήταν για την Ελλάδα: «Της έδωσα τον καιρό, την υγεία μου, την περιουσία μου, και τώρα της δίνω τη ζωή μου. Τι μπορούσα να κάνω περισσότερο;»
Το πένθος για τον θάνατό του ήταν γενικό και ο Διονύσιος Σολωμός συνέθεσε μακρά ωδή στη μνήμη του. Η καρδιά του ενταφιάστηκε στο Μεσολόγγι. Προς εκδήλωση πένθους στο Μεσολόγγι ρίχτηκαν 37 κανονιοβολισμοί από την ανατολή του ηλίου, ένας κάθε λεπτό, καθώς ήταν τότε μόνο 37 ετών.
Λευτεριά, για λίγο πάψε
να χτυπάς με το σπαθί
κι έλα σίμωσε και κλάψε
εις του Μπάιρον το κορμί.
[Από το ποίημα του Δ. Σολωμού “Ωδή εις τον θάνατο του Λόρδου Μπάιρον”]
Οι Έλληνες μετά την απελευθέρωση τίμησαν τον Βύρωνα και του έκαμαν άγαλμα, που υψώνεται στο Ζάππειο, στη γωνία που βλέπει προς την Ακρόπολη και παριστάνει τον φιλέλληνα κοντά σε μια γυναίκα –την Ελλάδα– που τον στεφανώνει. Το όνομα του Βύρωνα δόθηκε και στο συνοικισμό προσφύγων, που ιδρύθηκε στην Αθήνα, πάνω από το Παγκράτι και σήμερα αποτελεί τον Δήμο Βύρωνα.
(Κατιάκος Νίκος, α΄ τάξη)

Τον Μάρτιο του 1811 ο 23χρονος ποιητής ήρθε για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Ένα αττικό δειλινό λοιπόν ο Μπάυρον, όπως θα έκανε και κάθε ξένος περιηγητής στον τόπο μας, ανέβηκε προσκυνητής στον ιερό βράχο για να θαυμάσει το αρχαίο κάλλος, αλλά έφριξε από αγανάκτηση και περιέπεσε σε θλίψη, όταν αντίκρισε κατεστραμμένο και λεηλατημένο το ναό της Αθηνάς και την Καρυάτιδα να λείπει από τη θέση της. Ήταν νωπή ακόμα η ιεροσυλία που είχε διαπράξει ο Σκωτσέζος λόρδος Έλγιν.
Παρακινημένος λοιπόν από ιερή αγανάκτηση ο νεαρός ρομαντικός ποιητής για τη βέβηλη πράξη της αρπαγής των μαρμάρινων έργων τέχνης, έγραψε την “Κατάρα της Αθηνάς”, σαν μια κραυγή διαμαρτυρίας και μομφής εναντίον του ανοσιουργήματος. Στο ποίημα αυτό δίνεται η ευκαιρία στον Μπάυρον να εκφράσει την αρχαιολατρία του και, παράλληλα, δια του στόματος της θεάς Αθηνάς, να εξαπολύσει το δριμύ κατηγορητήριό του και την καυστική του σάτιρα εναντίον του ιερόσυλου Έλγιν και εναντίον της πατρίδας του Σκωτίας, της «χώρας του σκότους», όπως την αποκαλεί.
“Ώ, καταραμένη να ’ναι η ζωή του και ο τάφος
και οργή να συνοδεύει το ιερόσυλό του πάθος.
Τ’ όνομά του η Ιστορία δίπλα σ’ εκεινού θα γράψει
του τρελού, που της Εφέσου το ναό ’χε κατακάψει.
Κι η κατάρα μου πιο πέρα απ’ τον τάφο να τον πάει
και το μίσος αιωνίως και τους δυο να κυνηγάει”. (απόσπασμα)

Η υποδοχή του Λόρδου Βύρωνα στο Μεσολόγγι είναι ελαιογραφία που δημιούργησε ο Θεόδωρος Βρυζάκης το 1861. Εκτίθεται στην Εθνική Πινακοθήκη.

Ο λόρδος Βύρων ορκίζεται στον τάφο του Μάρκου Μπότσαρη στο Μεσολόγγι. Επιζωγραφισμένη λιθογραφία του Ludovico Lipparini, Βενετία

Ο θάνατος του Βύρωνα, Joseph Denis Odevaere, 1826

Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. Το γραφείο του λόρδου Βύρωνα , διάφορα προσωπικά του αντικείμενα, καθώς και το κρεβάτι εκστρατείας (που διπλωμένο μοιάζει με μία απλή βαλίτσα).

Το κρεβάτι εκστρατείας του λόρδου Βύρωνα

Γραμματόσημα με τη μορφή του ήρωα.

η υπογραφή του Βύρωνα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.