ΜΑΡΚΟΣ ΜΠΟΤΣΑΡΗΣ (1790-1823)

Ο Μάρκος Μπότσαρης γεννήθηκε στο Σούλι . Έδρασε κυρίως στη Δυτική Στερεά Ελλάδα και χαρακτηρίζεται από τους ιστορικούς ως μία από τις πιο αγνές μορφές του Αγώνα.
Παντρεύτηκε δύο φορές και απέκτησε δύο παιδιά, τον Δημήτριο, στρατιωτικό και πολιτικό και την Κατερίνα-Ρόζα, που διετέλεσε κυρία επί των τιμών της βασίλισσας Αμαλίας.
Πήρε μέρος σε πολλές μάχες εναντίον των σουλτανικών δυνάμεων από το 1820 έως το 1822 και πολέμησε στην Ήπειρο, την Πελοπόννησο και στην Στερεά Ελλάδα. Κατατρόπωνε τα τουρκικά στρατεύματα χάρη στην αποφασιστικότητα του, την στρατιωτική του ευφυΐα αλλά και τις καταδρομικές του επιθέσεις .
Με παρέμβαση του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου του έδωσαν τον τίτλο του στρατηγού της Δυτικής Στερεάς Ελλάδας. Μάλιστα το γεγονός αυτό προκάλεσε την αντιζηλία των άλλων οπλαρχηγών κάτι το οποίο εξόργισε τον Μπότσαρη. Γι αυτό, μπροστά τους έσκισε το χαρτί του διορισμού του λέγοντας: “Όποιος είναι άξιος παίρνει το δίπλωμα με το σπαθί του μπροστά στον πασά!”.
Βρέθηκε μεταξύ των υπερασπιστών του Μεσολογγίου στην πρώτη του πολιορκία στα τέλη του 1822, όπου παρέσυρε τους Τούρκους σε πλαστές συνομιλίες (καπάκια) βοηθώντας έτσι τους πολιορκημένους να ενισχύσουν τις οχυρώσεις. Τα Χριστούγεννα υπερασπίστηκε με μόνο 35 άνδρες το τείχος της πόλης από τα στρατεύματα του Ομέρ Βρυώνη.
Τη νύχτα της 8ης προς 9ης Αυγούστου 1823, επικεφαλής 350 Σουλιωτών, επιτέθηκε κατά των 4.000 Τουρκαλβανών του Μουσταή Πασά, που είχαν στρατοπεδεύσει στο Κεφαλόβρυσο του Καρπενησίου. Ο αιφνιδιασμός πέτυχε και ο Μπότσαρης, αν και πληγωμένος ελαφρά στην κοιλιά, προχώρησε προς τη σκηνή του Μουσταή Πασά, προκειμένου να τον αιχμαλωτίσει. Όμως, μία σφαίρα από έναν αφρικανό υπηρέτη του πασά τον βρήκε στο μάτι και τον τραυμάτισε σοβαρά. Εξέπνευσε λίγες ώρες αργότερα σε ηλικία μόλις 33 ετών. Τότε, οι άνδρες του, αν και νικούσαν, διέκοψαν τη μάχη για να παραλάβουν τη σορό του αρχηγού τους και τα λάφυρα.
Στη μάχη του Κεφαλόβρυσου είχε στείλει κι ο Καραϊσκάκης ένα σώμα ανδρών, ο ίδιος όμως δεν έλαβε μέρος γιατί ήταν άρρωστος στο μοναστήρι του Προυσού. Μεταφέροντας οι Σουλιώτες τον νεκρό Μπότσαρη προς το Μεσολόγγι, σταμάτησαν για λίγο στη Μονή Προυσού, όπου ευρισκόταν ο Καραϊσκάκης . Αυτός τον ασπάστηκε με δάκρυα λέγοντας: «Άμποτε ήρωα Μάρκο, κι εγώ από τέτοιο θάνατο να πάω». [και πήγε αληθινά, όπως το ευχήθηκε]
Ο νεκρός στο μεταξύ μεταφέρθηκε στο Μεσολόγγι στις 10 Αυγούστου 1823 με θριαμβική πομπή .Στον θρίαμβο προηγούνταν οι Τουρκαλβανοί αιχμάλωτοι, ακολουθούσαν οι ίπποι των αξιωματικών τους με πολύτιμα επισάγματα και πενήντα τέσσερεις σημαίες των εχθρών. Στα λάφυρα συγκαταλέγονταν 1.600 ντουφέκια, 1.800 πιστόλες, 300 ξίφη, σκηνές, το ταμείο των εχθρών, 1.200 άλογα, 30 μουλάρια και χιλιάδες γιδοπρόβατα. Η σορός του τοποθετήθηκε στο σπίτι του έπαρχου Μεταξά. Από εκεί, καλυμμένος με κυανή χλαμύδα οδηγήθηκε στην τελευταία του κατοικία, όπου τον συνόδευσαν όλοι οι κάτοικοι του Μεσολογγίου μέσα σε κλίμα ανείπωτης θλίψης και οδυρμού. Κάθε 15 λεπτά ηχούσαν 33 κανονιοβολισμοί, όσα και τα χρόνια του Μάρκου.
Ο λόρδος Βύρωνας που επισκέφτηκε το Μεσολόγγι την επόμενη χρονιά του θανάτου του, πλησίασε το μνήμα του και ορκίστηκε να δώσει και τη ζωή του για την ελευθερία της Ελλάδας.
Για τον θάνατο του Μπότσαρη ο Δ. Σολωμός έγραψε το ποίημα «Εις Μάρκον Μπότσαρη». Σας παραθέτω ένα απόσπασμα :
Η Δόξα δεξιά συντροφεύει
τον άντρα που τρέχει με κόπους
της Φήμης τους δύσβατους τόπους,
και ο Φθόνος τού στέκει ζερβιά,
με μάτια, με χείλη πικρά·
αλλ’ όποτε η μοίρα του γράψει,
τον δρόμον του κόσμου να πάψει,
η Δόξα καθίζει μονάχη
στην πλάκα του τάφου λαμπρή,
και ο Φθόνος αλλού περπατεί.
Στην πλάκα του Μάρκου καθίζει
η Δόξα λαμπράδες γιομάτη·
κλεισμένο για πάντα το μάτι,
οπού ’χε πολέμου φωτιά·—
ελάτε ν’ ακούστε, παιδιά!
Αλλά κι ο απλός λαός τίμησε τον ανιδιοτελή ήρωά του με δημοτικά τραγούδια :
Θρήνος μεγάλος έγινε μέσα στο Μεσολόγγι
το Μάρκο παν, παιδιά μ’, στην εκκλησιά.
Το Μάρκο παν στην εκκλησιά, το Μάρκο παν στον τάφο
’ξήντα παπάδες παν, παιδιά μ’, μπροστά.
Αέρας τα φυσάει τα πλατανόφυλλα
Θεός να τα φυλάει τα Ελληνόπουλα.
Τον θάνατο του Μπότσαρη, του αντρειωμένου Μάρκου,
τον άκουσε η μαύρη γης, δε χόρτιασε τρεις χρόνους,
τον άκουσαν και τα βουνά κι όλα τους ραγιστήκαν,
τον άκουσαν κι οι ουρανοί, δεν έβρεξαν τρεις χρόνους.
(Χρύσα Χατζηπαπανικολάου, β΄τάξη)

Η προσωπογραφία είναι έργο της μαθήτριας της β΄ τάξης, Δρουμαλιά Αποστολίας !

Το βόλι που τραυμάτισε θανάσιμα τον Μ. Μπότσαρη και μέρος από το ματωμένο κεφαλόδεσμο του αγωνιστή. Βρέθηκε κατά την ανακομιδή των οστών του το 1838, όταν έστησαν το μνημείο του στον κήπο των Ηρώων. Εθνικό Ιστορικό Μουσείο.

Λουδοβίκος Λιπαρίνι, “Ο θάνατος του Μάρκου Μπότσαρη”. Μουσείο Τεργέστης Ιταλία.

Τα όπλα του Μάρκου Μπότσαρη. Στρατιωτικό Μουσείο, Παρίσι.

Μνημείο προς τιμήν του ήρωα στο Κεφαλόβρυσο Ευρυτανίας , στο μέρος όπου έχασε τη ζωή του.

Το 1838 επισκέπτονται το Μεσολόγγι οι βασιλείς Όθων και Αμαλία και εγκαινιάζουν τον Τύμβο των Ηρώων. Τότε έγινε ανακομιδή των οστών του ήρωα και τοποθέτηση τους στο νέο υπερυψωμένο μνημείο που προοριζόταν αποκλειστικά για εκείνον. Πάνω του τοποθετήθηκε το γλυπτό της «Κόρης» ή «Ελληνοπούλας», έργο του φιλέλληνα γλύπτη Δαυίδ από την Αγγέρη.
Λίγα χρόνια μετά, το 1852, άρχισαν διαμάχες μεταξύ των Ελλήνων για τον βασιλέα Όθωνα. Τα πάθη είχαν εξαφθεί. Ο γιος του ήρωα, ο Δημήτριος Μπότσαρης, είχε τοποθετηθεί κατά την διάρκεια της βασιλείας, υπασπιστής του Όθωνα. Ορισμένοι αντιβασιλικοί στο Μεσολόγγι, για να τον εκδικηθούν, επειδή τον θεωρούσαν βασιλικό, πήγαν στον τάφο του πατέρα του και με ασυγκράτητη βιαιότητα και πρωτοφανή εμπάθεια, τον ανέσκαψαν και σκόρπισαν τα οστά του. Και για να συμπληρώσουν τη βεβήλωσή τους, ξέσπασαν και στο γλυπτό που είχε τοποθετηθεί στον τάφο του Μάρκου Μπότσαρη.
Ο δημιουργός όταν είδε τι συνέβη στο γλυπτό του αισθάνθηκε συντριβή και φρίκη. Δεν πρόλαβε όμως να αποκαταστήσει τις φθορές του έργου του, γιατί αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας που λίγα χρόνια μετά, τον οδήγησαν στο θάνατό του.
Αργότερα το γλυπτό μεταφέρθηκε στο Παρίσι, όπου οι μαθητές του David d’ Angers, έκαναν τις κατάλληλες επεμβάσεις για την αποκατάσταση των ζημιών και των φθορών. Τελικά το άγαλμα επαναφέρθηκε στην Ελλάδα και τοποθετήθηκε στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, ώστε να είναι προφυλαγμένο από πιθανή νέα βεβήλωση και από φθορά λόγω των μεταβολών του καιρού.
Στο μνημείο του Μάρκου Μπότσαρη στον Κήπο των Ηρώων τοποθετήθηκε αντίγραφο (αυτό βλέπουμε στη φωτογραφία) του περίφημου γλυπτού με χορηγία του Ελευθερίου Βενιζέλου το 1915.

Οι Γάλλοι για να τιμήσουν τον ήρωα μας έδωσαν το όνομά του σε δρόμο και σε στάση του μετρό στην καρδιά του Παρισιού, καθώς και σε πλατεία στο κέντρο του Στρασβούργου!

 

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ (1770-1843)

Ο Κολοκοτρώνης είναι ένας από τους σημαντικότερους ήρωες του Αγώνα.
Είναι ο αγαπημένος μας «Γέρος του Μοριά».
Το 1818 μυήθηκε στη φιλική εταιρεία.
Πρωταγωνίστησε σε πολλές στρατιωτικές επιχειρήσεις του Αγώνα. Διακρίθηκε στη νίκη στο Βαλτέτσι (1821) και στην άλωση της Τριπολιτσάς (1821).
Στα Δερβενάκια (Ιούλιος 1822) προκάλεσε τέτοια καταστροφή στη στρατιά του Δράμαλη, που έμεινε σήμερα να λέγεται η φράση « έπαθε τη νίλα του Δράμαλη» για όποιον αποτυγχάνει παταγωδώς ή παθαίνει μεγάλη ζημιά. Για χρόνια τα οστά των Τούρκων «στη χαράδρα του θανάτου» μαρτυρούσαν την πανωλεθρία του Δράμαλη, που πέθανε, καθώς λένε, από τη λύπη του.
Το 1825 (στη διάρκεια του εμφύλιου πολέμου) ο Κολοκοτρώνης φυλακίστηκε από τους κυβερνητικούς στην Ύδρα , γιατί θεώρησαν πως είχε αυξηθεί πολύ η επιρροή του στο λαό της Πελοποννήσου. Αυτό που θαυμάζουμε όμως στον Κολοκοτρώνη είναι η ανεξικακία του απέναντι σε εκείνους που τον φυλάκισαν και η αγάπη για την πατρίδα του που την έβαζε πάνω απ όλα. Έτσι όταν κινδύνεψε η επανάσταση στην Πελοπόννησο από τον Ιμπραήμ της Αιγύπτου , άφησε τον θυμό και την πίκρα του στην άκρη και ρίχτηκε στη μάχη ξανά.
Μάλιστα μετά την αποφυλάκισή του, μίλησε ανεβασμένος σε μια πέτρα στο πλήθος: « Έλληνες! Πριν βγω στ’ Ανάπλι, έριξα στη θάλασσα τα πικρά τα περασμένα. Κάντε και σεις το ίδιο. Στο δρόμο που περνάγαμε για να ρθούμε στην εκκλησιά, είδα να σκάβουν κάποιοι άνθρωποι. Ρώτησα και μου είπαν πως σκάβουν να βρούνε κρυμμένο θησαυρό. Εκεί στο λάκκο μέσα ρίξτε και τα μίση τα δικά σας. Έτσι θα βρεθεί κι ο χαμένος θησαυρός…»
Όταν πάλι ο Ιμπραήμ έστειλε τον υπασπιστή του (κεχαγιά) στον Κολοκοτρώνη, με το πιο κάτω μήνυμα: «Να έλθετε να με προσκυνήσετε, να παραιτηθείτε από τα της αποστασίας φερσίματα. Ήλθα εδώ για να κατακόψω, να κατακαύσω και σχεδόν να αφανίσω όλα τα δένδρα σας, όσα είναι χρήσιμα και αναγκαία, προς τροφήν σας» , ο Κολοκοτρώνης απάντησε :
«Αυτό όπου μας φοβερίζεις, να μας κόψεις και να κάψεις τα καρποφόρα δένδρα μας, όχι τα κλαριά να μας κόψεις, όχι τα δένδρα, όχι τα σπίτια που μας έκαψες, μόνο πέτρα πάνω στην πέτρα να μη μείνει, ημείς δεν προσκυνούμε. Τι τα δένδρα μας αν τα κόψεις και τα κάψεις την γην δεν θέλει την σηκώσεις και η ίδια η γης που τα έθρεψε, αυτή η ίδια γη μένει δική μας και θα τα μετακάνει. Μόνο ένας Έλληνας να μείνει πάντα θα πολεμούμε και μην ελπίζεις πως την γην μας θα την κάνεις δική σου, βγάλ’ ντο από τον νου σου»
‘Όταν οι δικοί του έχαναν το θάρρος τους, τους διαβεβαίωνε πως «Ο Θεός έβαλε την υπογραφή του για τη λευτεριά της Ελλάδας και δεν την παίρνει πίσω» και δυνάμωνε τον αγώνα .
Όταν θύμωνε με αυτούς που λύγιζαν και προσκυνούσαν έλεγε «Είσαι Έλληνας! Τι προσκυνάς; Σηκώσου απάνω! Εμείς και στους Θεούς ορθοί μιλάμε», ενώ δεν δίσταζε να τιμωρεί αυτούς που πήγαιναν με το μέρος των Τούρκων, όπως όταν διέταξε την εκτέλεση του οπλαρχηγού Νενέκου που το 1826 προσκύνησε τον Ιμπραήμ και την επόμενη χρονιά πολέμησε στο πλευρό του. « Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους!!» φώναζε ο Κολοκοτρώνης και ξαναζωντάνεψε την ετοιμοθάνατη επανάσταση !
Ο Κολοκοτρώνης απεβίωσε στις 4 Φεβρουαρίου 1843, στην Αθήνα από εγκεφαλική συμφόρηση.
Κηδεύτηκε με κάθε επισημότητα και το πένθος κηρύχτηκε τριήμερο. Το φέρετρο με το νεκρό του ακολούθησε πομπή χιλιάδων λαού σε μια κατανυκτική διαδρομή που διήλθε από τις οδούς Ερμού και Αιόλου για να καταλήξει στον – τότε – Μητροπολιτικό Ναό της Αγίας Ειρήνης. Γύρω του βρίσκονταν όλοι οι εναπομείναντες εν ζωή συμπολεμιστές του, ο Γεώργιος Κουντουριώτης, Τζαβέλας, Δημήτρης Πλαπούτας, Ρήγας Παλαμήδης, Μακρυγιάννης. Τον καταφιλούσαν και έκλαιγαν με αναφιλητά..
Στα πόδια του εναπόθεσαν μια τουρκική σημαία για να συμβολίζει τις μεγάλες του νίκες επί των Οθωμανών καθ όλη την διάρκεια της επανάστασης.
Τάφηκε στο α΄ νεκροταφείο Αθηνών, αλλά το 1930 με εντολή του Ελευθέριου Βενιζέλου τα οστά του μεταφέρθηκαν στην Τρίπολη κατόπιν αιτήματος των Αρκάδων. Το 1971 στην πλατεία του Άρεως στην Τρίπολη στήθηκε ανδριάντας του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Και από το 1993 τα οστά ευρίσκονται στην βάση του μνημείου αυτού, σε ειδική κρύπτη.
Η μορφή του Κολοκοτρώνη έχει χρησιμοποιηθεί ευρέως στην Ελλάδα σε νομίσματα, σε δρόμους και πλατείες, σε προτομές και ανδριάντες. Οι πιο γνωστοί είναι οι ορειχάλκινοι έφιπποι ανδριάντες που φιλοτεχνήθηκαν από τον Λάζαρο Σώχο και ανεγέρθηκαν στην Αθήνα και στο Ναύπλιο.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι στην ανάδειξη του μεγαλύτερου Έλληνα το 2008 (Σκάι-Μεγάλοι Έλληνες), ο Κολοκοτρώνης ήρθε τρίτος σε ψήφους, επιβεβαιώνοντας την εθνική απήχηση της προσωπικότητάς του στην εποχή μας.
(Θώμη Καραουλάνη, γ΄τάξη)

Ο Κολοκοτρώνης στο νεκροκρέβατο του . Η τελευταία του κουβέντα ήταν αυτή προς τον γιο του τον Γενναίο: “Σου αφήνω τόσους φίλους, όσα φύλλα έχουν τα κλαριά, και φρόντισε να τους φυλάξεις”.

Κατά τη διάρκεια της έκθεσης της σορού του Κολοκοτρώνη σε λαϊκό προσκύνημα, άγνωστος καλλιτέχνης αποτύπωσε επάνω στο νεκρικό κρεβάτι τη μορφή του σε γύψινο εκμαγείο. Με αυτό τον τρόπο διασώθηκαν πιστά και με ακρίβεια τα χαρακτηριστικά του προσώπου του Γέρου του Μοριά. Το ιστορικό και πολύτιμο αυτό εκμαγείο φυλάσσεται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο της Αθήνας. Το 1968 πάνω στο γύψινο εκμαγείο χυτεύτηκαν και 2 χάλκινα .Τα χάλκινα προσωπεία φυλάσσονται σήμερα, το ένα στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο και το άλλο στο Πολεμικό Μουσείο .

Όπλα και εξοπλισμός του Κολοκοτρώνη . Φυλάσσονται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο στην Αθήνα.

 

Το άγαλμα του Κολοκοτρώνη μπροστά στην Παλαιά Βουλή επί της οδού Σταδίου, έργο του Λάζαρου Σώχου. Για να αποδώσει πιστά τον Κολοκοτρώνη, ο καλλιτέχνης μελέτησε τα πρόσωπα των εν ζωή συγγενών του, χρησιμοποίησε εκμαγείο που είχε ληφθεί από τη σορό του Κολοκοτρώνη, διάβασε τα απομνημονεύματά του, είδε τη φορεσιά και τον οπλισμό του, μελέτησε ακόμη και την ιπποσκευή του. Απέδωσε έτσι ρεαλιστικά και με ιστορική αλήθεια όλες τις εξωτερικές λεπτομέρειες, αλλά κυρίως απέδωσε το θάρρος και τα ιδανικά σε ένα άγαλμα, που κοσμεί την Ελλάδα με το μεγαλείο του και τις ιδέες που συμβολίζει.
Ο ήρωας αποδίδεται ευθυτενής, να ιππεύει αρσενικό άλογο, να κρατά με το αριστερό χέρι τα χαλινάρια και με τον δείκτη του δεξιού χεριού τεντωμένο να δείχνει μπροστά. Το κεφάλι του είναι στραμμένο προς τα αριστερά, προς τους άλλους αγωνιστές, στους οποίους δείχνει τον στόχο που πρώτος έχει αντιληφθεί, τους δείχνει σαν στρατηγός τον εχθρό που πρέπει να πολεμήσουν. Όλη η στάση του εκφράζει δύναμη, ορμή και αποφασιστικότητα.

Η φωτογραφία (του 1930) απεικονίζει τη μεταφορά των οστών του Κολοκοτρώνη στην Τρίπολη . Τα οστά του βρίσκονται στη λάρνακα που έχει τοποθετηθεί επάνω στην άμαξα. Τα συνοδεύει ο ίδιος ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος. Την πομπή ακολουθεί πλήθος κόσμου.

Το άγαλμα του Κολοκοτρώνη στην πλατεία της Τρίπολης σήμερα. Από το 1993 στη βάση του σε ειδική κρύπτη φυλάσσονται τα οστά του ήρωα. Πριν μεταφερθούν εκεί βρίσκονταν σε άλλο μνημείο . Σε εκείνο το μνημείο μπροστά διαδραματίστηκε μια φοβερή ιστορία το 1942 μέσα στη δίνη δηλαδή του β΄ παγκοσμίου πολέμου. Τότε οι Ιταλοί απαγόρευσαν τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου, αλλά ο δήμαρχος Γιάννης Τσουτσάνης τους αγνόησε και έκανε όχι μόνο μεγαλοπρεπή δοξολογία στους Άγιους Ταξιάρχες, αλλά και τελετή στο μνημείο πεσόντων.
Εξαιτίας αυτού ο διοικητής των καραμπινιέρων Φεστούτσι έδωσε εντολή να βεβηλώσουν το μνημείο των πεσόντων. Έτσι πήγαν το βράδυ, το έσπασαν, άνοιξαν την κρύπτη και σκόρπισαν τριγύρω τα οστά του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη που φυλάσσονταν εκεί από το 1930, όταν και είχαν μεταφερθεί από το Α΄Νεκροταφείο της Αθήνας.
Οι πολίτες που είδαν την καταστροφή έτρεξαν να ειδοποιήσουν τον Δήμαρχο. Αυτός πήρε μαζί του τον 13χρονο γιο του Γιώργο. Είχαν μαζί τους κι ένα άδειο τσουβαλάκι από ζάχαρη. Έβρεχε και είχε ένα πηχτό σκοτάδι. Κάνανε έναν μεγάλο κύκλο για να μη γίνουν αντιληπτοί και τρύπωσαν στο πάρκο παρά την απαγόρευση κυκλοφορίας.
Ο δήμαρχος εξουθενωμένος σωριάστηκε κάτω. Ο γιος του όρμησε προς το ηρώο, γονάτισε στις λάσπες κι άρχισε να ψαχουλεύει. Κατάφερε να βρει 4-5 οστά που τα έβαλε στο τσουβαλάκι.
Φοβούμενοι μήπως τους πάρει κανένα μάτι πατέρας και γιος γυρίσανε στο σπίτι. Το πρωί που επετράπη πάλι η κυκλοφορία, ο γιος του Δήμαρχου πήγε πάλι στο ηρώο και περιμάζεψε κι άλλα οστά. Ύστερα αγόρασε από ένα κατάστημα μια κλειδαριά και παρήγγειλε δύο καινούργια πορτάκια, όμοια με εκείνα που είχαν καταστρέψει οι Ιταλοί στο οστεοφυλάκιο.
Ο δήμαρχος με τον γιο του έπλυναν και αρωμάτισαν τα οστά του Γέρου και μια μέρα τα μετέφεραν στην κρύπτη που στο μεταξύ είχε επισκευαστεί. Οι Ιταλοί όταν το αντιλήφθηκαν απείλησαν τον δήμαρχο ότι θα τον κρεμάσουν στον πλάτανο στην κεντρική πλατεία, αλλά αυτός δεν φοβήθηκε.
O Γιώργος Τσουτσάνης, ο άνθρωπος που έσωσε με κίνδυνο της ζωής του τα οστά του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη, πέθανε στις 13 Απριλίου 2020. Έφυγε από τη ζωή την Κυριακή των Βαΐων, σε ηλικία 91 ετών. Δεν πρόλαβε τους εορτασμούς της Τρίπολης για τα διακοσάχρονα της Εθνεγερσίας

Το «κάθισμα του Κολοκοτρώνη»- ύψωμα σε στρατηγική θέση μόλις 5 χλμ από την Τρίπολη . Εκεί είχε το παρατηρητήριο του ο ήρωας. Είχε απλωμένη την Τριπολιτσά μπροστά στα πόδια του κι από κει με υπομονή και επιμονή μεθόδευσε την άλωση της.

 

200 ΧΡΟΝΙΑ ΠΕΡΑΣΑΝ ΑΠΟ ΤΟ 1821 ΚΑΙ ΕΜΕΙΣ ΣΚΕΦΤΟΜΑΣΤΕ ……

Φουστανέλες και τσαρούχια! Γιαταγάνια και καριοφίλια, λογής άρματα και βόλια. Ραγιάδες και κρυφό σχολειό. Κλέφτες και αρματολούς. Επώνυμους και ανώνυμους ήρωες που στάθηκαν με αψηφισιά μπροστά στο θάνατο. Άνδρες και γυναίκες που πρόσφεραν τη ζωή τους , τα παιδιά τους και όλη την περιουσία τους στον αγώνα για την ελευθερία. Οπλαρχηγούς και κοτζαμπάσηδες, πασάδες και μπέηδες. Μπουρλότα και μπουρλοτιέρηδες. Μάχες και πολιορκίες στο Μοριά , στη Ρούμελη, στη Μακεδονία, στα νησιά. Δερβενάκια και Χάνι της Γραβιάς, Τριπολιτσά και Ζάλογγο , Χίο και Μεσολόγγι. Μανιάτες και Σουλιώτες. Τον δικό μας Εμμανουήλ Παπά. Τον Ιωάννη Καποδίστρια και τον Διονύσιο Σολωμό. Τις σημαίες στα μπαλκόνια και τις παρελάσεις….
Σκεφτόμαστε «καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή παρά σαράντα χρόνους σκλαβιά και φυλακή». ». Σκεφτόμαστε ότι «είμαστε στο εμείς και όχι στο εγώ». Σκεφτόμαστε ότι «στων Ψαρών την ολόμαυρη ράχη περπατούσε η δόξα μονάχη». Σκεφτόμαστε ότι «όποιος πεθαίνει σήμερα χίλιες φορές πεθαίνει. Σκεφτόμαστε τον καιρό «που διάλεξε ο χάρος να τον πάρει» και την ελευθερία που είναι «απ’ τα κόκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά» [το κείμενο αυτό προέκυψε από καταιγισμό ιδεών (brainstorming) στην Α1 τάξη του σχολείου μας].
Και νιώθουμε θαυμασμό, περηφάνια , ευγνωμοσύνη..
Μάρτης λοιπόν . Σαν τότε που ξεσηκώθηκαν οι μακρινοί παππούδες μας και με τους αγώνες και τις θυσίες τους μας χάρισαν μια ελεύθερη πατρίδα . Γι αυτό κι εμείς ολόκληρο τον μήνα θα τον αφιερώσουμε σ’ εκείνους. Θα σας τους παρουσιάσουμε , θα αναψηλαφήσουμε τις ζωές τους , θα αναδείξουμε γνωστές ή λησμονημένες ιστορίες , τις ηρωικές πράξεις τους , τα λόγια τους. Θα μοιραστούμε ακόμη μαζί σας κείμενα δικά μας (δημιουργική γραφή), ζωγραφιές και σημαίες της επανάστασης . Ας κρατήσουν λοιπόν οι χοροί !!
Στο επετειακό αυτό project συμμετέχουν μαθητές όλων των τάξεων . Εμψυχώνει και συντονίζει η φιλόλογος Μπακάλη Ουρανία.